Διγλωσσία & Εκπαίδευση: διαχείριση, διδασκαλία και καλλιέργεια
Αποτελεί αλήθεια το γεγονός της συνεχούς αύξησης του μαθητικού πληθυσμού με μεταναστευτική και προσφυγική βιογραφία. Ένας μαθητικός πληθυσμός, ο οποίος χρήζει ιδιαίτερης προσοχής για διάφορους λόγους, μα κυρίως για τη γλωσσική και πολιτισμική διαφορετικότητά τους.
Οι δίγλωσσοι αυτοί μαθητές με μεταναστευτικό/προσφυγικό προφίλ εδώ και αρκετά χρόνια έχουν στρέψει το ερευνητικό ενδιαφέρον σε εθνικό και διεθνές επίπεδο προς τη μελέτη της διγλωσσίας, των δίγλωσσων μαθητών και της δίγλωσσης εκπαίδευσης.
Πώς θα μπορούσε όμως, να οριστεί ένας δίγλωσσος μαθητής; Τι είναι η διγλωσσία;
Πολλοί ερευνητές, από το να προσπαθήσουν να δώσουν έναν ορισμό στη διγλωσσία και, επομένως στα άτομα που μπορούν να χαρακτηριστούν δίγλωσσα, προτιμούν να τη μελετήσουν μέσα στα πλαίσια της τυπολογίας της, δηλαδή μέσα από τις διαφορετικές μορφές της.
Οι τυπολογίες είναι περιγραφικές ταμπέλες και έχουν το πλεονέκτημα ότι επιτρέπουν στους ερευνητές να εργαστούν σε ένα πιο ξεκάθαρο πλαίσιο αναφοράς ανάλογα με τις ανάγκες τους και να αποφύγουν τον κίνδυνο της υπεργενίκευσης σε περιπτώσεις που δεν μπορούν εύκολα να οριοποιηθούν.
Γενικά οι ερευνητές έχουν επιχειρήσει να ορίσουν τη διγλωσσία με τη δημιουργία διχοτομιών και διαφόρων ειδών κλιμάκων. Η συστηματοποίηση των μορφών της διγλωσσίας γίνεται συνήθως με τη βοήθεια τριών κριτηρίων. Τα κριτήρια αυτά είναι:
1. κριτήρια εκμάθησης/απόκτησης, δηλαδή οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αποκτήθηκε η διγλωσσία, π.χ. η ηλικία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η εκμάθηση της Γ2 και η μέθοδος ή ο τρόπος απόκτησης της Γ2
2. γλωσσολογικά κριτήρια, δηλαδή ο τρόπος σύνδεσης των γλωσσικών συμβόλων και των σημασιολογικών εννοιών και ο (ανώτερος) βαθμός κατοχής του κάθε γλωσσικού συστήματος και
3. ψυχο-κοινωνικο-γλωσσικά κριτήρια, δηλαδή ποιες επιπτώσεις επιφέρει η διγλωσσία στη γλωσσική, γνωστική, συναισθηματική και κοινωνιολογική ανάπτυξη του ατόμου.
Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη τη πληθώρα παραγόντων και κριτηρίων εννοιολογικού προσδιορισμού ενός δίγλωσσου μαθητή, οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με διάφορες προκλήσεις διαχείρισης και διδασκαλίας δίγλωσσων μαθητών. Μια πληθώρα ερευνών και μελετών έχει καταδείξει πως οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να μελετούν τις ανάγκες και τις δυνατότητες των δίγλωσσων μαθητών τους και σε δεύτερη φάση, να επιχειρούν να αναπτύξουν σε αυτούς τους μαθητές στρατηγικές που θα διευκολύνουν τη γλωσσική ανάπτυξή τους στη/στις γλώσσα/ες στόχο/ους και πιο συγκεκριμένα τις τέσσερις γλωσσικές δεξιότητες – κατανόηση και παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου-.
Πέραν όμως της ενθάρρυνσης καλλιέργειας των βασικών γλωσσικών δεξιοτήτων, οι μαθητές είναι αναγκαίο να καλλιεργήσουν τις γνωστικές και μεταγνωστικές ικανότητες μέσα από την ενίσχυση κατάλληλων στρατηγικών τους.
Βέβαια, μια και το πεδίο καλλιέργειας στρατηγικών και ικανοτήτων σε μεταγνωστικό επίπεδο χρήζει ιδιαίτερης προσοχής από τους εκπαιδευτικούς, κρίνεται αναγκαία η συνεχής επιμόρφωσή τους σε οργανωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης προκειμένου να εξοικειώνονται και να αναπτύσσονται αναφορικά με τεχνικές, στρατηγικές και γενικά πρακτικές που μπορούν να ακολουθήσουν στις τάξεις τους.
Σύνταξη: Δρ Ισαάκ Παπαδόπουλος, Διδάκτωρ Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας