Εκπαίδευση παιδιών με Σύνδρομο Down και με ελαφριά ή μέτρια Νοητική Αναπηρία
Στην Ελλάδα, περίπου το 18% των μαθητών με αναπηρίες που βρίσκονται στις γενικές τάξεις, είναι με Νοητική Αναπηρία (Ν/Α) και σύνδρομο Down.
Εκτιμάται ότι το 1% του πληθυσμού έχει νοητική υστέρηση, εκ των οποίων τα 3/4 είναι με ελαφριά Ν/Α. Τα παιδιά με τα παραπάνω είδη διαγνώσεων – σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα- μπορούν και ενδείκνυται να φοιτούν στη γενική εκπαίδευση. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστική ένταξη αυτών των παιδιών είναι η ύπαρξη υποστηρικτικής βοήθειας, καθώς και ο σχεδιασμός ειδικού αναλυτικού προγράμματος που θα λαμβάνει υπόψη τόσο τα ατομικά χαρακτηριστικά όσο και τις μαθησιακές ιδιαιτερότητες τους. Είναι δύσκολο να υπάρξει μια συμφωνία για το τι είναι η νοητική αναπηρία (Ν/Α ). Σε πολλές χώρες χρησιμοποιούνται οι όροι νοητική ανεπάρκεια, εξελεγκτική καθυστέρηση, ολιγοφρένεια και διάφοροι άλλοι στη θέση της Ν/Α.
Πάντως υπάρχει συμφωνία για τη σημασία της μειωμένης νοημοσύνης και της κοινωνικής προσαρμογής. Τα αίτια της νοητικής καθυστέρησης, διακρίνονται σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα είναι τα οργανικά αίτια, που συνδέονται οι βαρύτερες μορφές νοητικής καθυστέρησης και η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει περιβαλλοντικούς παράγοντες, που συνδέονται με ήπιες μορφές νοητικής καθυστέρησης. Τα παιδιά με ελαφριά νοητική καθυστέρηση και σύνδρομο Down, νιώθουν αν οι προσφερόμενες γνώσεις θα τους είναι χρήσιμες και έχουν πρακτική αξία. Όταν η εκπαίδευση εστιάζεται προς αυτή την κατεύθυνση, τότε και τα παιδιά προσπαθούν όσο μπορούν ανταποκριθούν.
Επομένως η γνώση πρέπει να καλύπτει τις άμεσες και μελλοντικές ανάγκες των παιδιών. Μεγάλη σημασία έχει για το παιδί με Ν/A και σύνδρομο Down, η καλή οργάνωση της σχολικής του ζωής. Ο προφορικός λόγος είναι το κυριότερο μέσο επικοινωνίας. Οι τυπικά αναπτυσσόμενοι μαθητές, έρχονται στο σχολείο έχοντας αναπτύξει ένα επίπεδο λόγου που τα επιτρέπει να ανταποκριθούν στις γλωσσικές απαιτήσεις του. Στα παιδιά με Ν/Α σύνδρομο Down δε συμβαίνει το ίδιο. Ακόμα και τα παιδιά με ελαφριά νοητική καθυστέρηση, έχουν κάποιο γλωσσικό έλλειμμα. Η βελτίωση του γλωσσικού επιπέδου αυτών των παιδιών, που επιτυγχάνεται με εμπλουτισμό του λεξιλογίου τους, με τη σωστή χρήση του συντακτικού κ.λ.π. αποτελεί έναν από τους βασικούς εκπαιδευτικούς στόχους καθ’ όλη την παραμονή των παιδιών στο σχολείο.
Αυτό βέβαια συνεπάγεται ότι ο δάσκαλος πρέπει να βρίσκεται σε θέση να αναγνωρίζει τα σημεία εκείνα που φανερώνουν το επίπεδο της σχολικής ετοιμότητας. Στη συνέχεια με βάση τα αποτελέσματα της εκτίμησής του οφείλει να σχεδιάζει τις κατάλληλες δραστηριότητες και να παρέχει στα παιδιά εμπειρίες που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη της ετοιμότητάς τους. Τα παιδιά με το σύνδρομο Down είναι γενικά χαρούμενα άτομα και μπορούν να εκπαιδευτούν με επιτυχία σε θέματα αυτοεξυπηρέτησης και κοινωνικών δεξιοτήτων. Παρόλα αυτά από βρέφη ακόμα παρουσιάζουν μία ιδιομορφία στην κοινωνική συμπεριφορά η οποία μάλιστα δυσχεραίνει κατά πολύ την γνωστική τους ανάπτυξη. Η άποψη ότι η γνωστική ανάπτυξη στα παιδιά με σύνδρομο Down είναι μια εκδοχή της φυσιολογικής ανάπτυξης, με την ίδια οργάνωση και δομή, με μόνη διαφορά τον πιο αργό ρυθμό και το χαμηλότερο ανώτατο όριο ανάπτυξης, διαψεύδεται από ολοένα και περισσότερες μελέτες που καταδεικνύουν ότι η διαδικασία μάθησης στα παιδιά με το σύνδρομο μπορεί να διαφέρει θεμελιακά από αυτή που παρατηρείται στα παιδιά με φυσιολογική ανάπτυξη.