Αντισυνταγματικές έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, τις μετεγγραφές των φοιτητών στα Πανεπιστήμια οι οποίες έγιναν βάση του νόμου 4264/2014.
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο οι μετεγγραφές θα πρέπει να γίνονται με ανώτατο πλαφόν το οποίο θα καθορίζεται από τις Σχολές (και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% για κάθε ακαδημαϊκό έτος) ενώ θα αφορά μόνο δύο κατηγορίες φοιτητών: αυτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας και αυτών που έχουν ανυπέρβλητη οικονομική δυσχέρεια. Κανένα άλλο κοινωνικό κριτήριο δεν ισχύει όπως πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, ορφανοί, κ.λπ.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με την υπ΄ αριθμ. 1251/2015 απόφασή της, έκρινε ότι το νομοθετικό πλαίσιο του περασμένου έτους που προβλέπει την διαδικασία μετεγγραφής των φοιτητών δεν τηρεί τις συνταγματικές προϋποθέσεις, ενώ παράλληλα δικαίωσε δύο Πανεπιστημιακά ιδρύματα και 115 καθηγητές Πανεπιστημίων.
Οι σύμβουλοι αφού ερμήνευσαν το άρθρο 16 του Συντάγματος που αφορά την παιδεία, υπογραμμίζουν ότι κάθε εισαγόμενος φοιτητής στα Πανεπιστήμια «πρέπει, κατ΄ αρχήν να φοιτά στην Σχολή ή το Τμήμα όπου εισάγεται μέχρι την αποφοίτησή του».
Όμως, κατ΄ εξαίρεση ο νομοθέτης μπορεί «να θεσπίζει διατάξεις που επιτρέπουν τις μετεγγραφές εκείνων των φοιτητών οι οποίοι αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην Σχολή ή το Τμήμα, όπου έχουν εισαχθεί, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ή λόγω ανυπέρβλητης οικονομικής δυσχέρειας και ζητούν να μετεγγραφούν σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος που εδρεύει σε άλλη πόλη, όπου αποδεδειγμένα θα έχουν την αναγκαία για τη φοίτησή τους ιατρική ή οικονομική, κατά περίπτωση, υποστήριξη».
Σημειώνουν επίσης πως «χάριν προστασίας της εύρυθμης λειτουργίας και σεβασμού της πλήρους αυτοδιοικήσεως των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, το άρθρο 16 του Συντάγματος επιβάλλει στον νομοθέτη κατά τη θέσπιση των διατάξεων περί μετεγγραφών:
α) να προβλέπει ανώτατο όριο για τις καθ΄ έκαστο ακαδημαϊκό έτος επιτρεπόμενες μετεγγραφές, το οποίο ευλόγως δεν δύναται να υπερβαίνει –συνολικά για τα εξάμηνα σπουδών- ποσοστό 10% επί των κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος εισαγομένων σε κάθε Σχολή ή Τμήμα υποδοχής και
β) να καθιστά τα όργανα των Σχολών και των Τμημάτων υποδοχής αποφασιστικώς αρμόδια για να εκτιμούν, με ειδικώς αιτιολογημένη κρίση και χωρίς υποχρέωση εξαντλήσεως του ως άνω ορίου, αν και σε ποιο βαθμό επιτρέπουν οι λειτουργικές δυνατότητες τους τη διενέργεια μετεγγραφών κατά το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό έτος και ακολούθως να αποφασίζουν επί των σχετικών αιτήσεων των ενδιαφερομένων συνεκτιμώντας και την επίδοση εκάστου εξ αυτών στις σπουδές του».
Διευκρινίζεται ωστόσο από την Ολομέλεια του ΣτΕ, ότι οι εκκρεμείς αιτήσεις για μετεγγραφή «στερούνται νομίμου ερείσματος» και ότι οι Σχολές ή τα Τμήματα όπου αυτοί εισήχθησαν, βάσει των αποτελεσμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων του σχολικού έτους 2013-2014, οφείλουν να τους επανεγγράψουν εάν τυχόν έχουν ήδη προβεί σε διαγραφή βάσει των επίμαχων αποφάσεων του υπουργού Παιδείας που ακυρώθηκαν.
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει, μέσω του δικηγόρου Δημήτρη Μέλισσα, η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και 115 μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Σχολών αυτών (καθηγητές) και υποστηρίζουν ότι όσο οι αποφάσεις του υπουργού Παιδείας όσο και οι σχετικοί νόμοι που προβλέπουν τη διαδικασία μετεγγραφής των φοιτητών προσκρούουν σε πλειάδα διατάξεων του Συντάγματος και για το λόγο αυτό πρέπει να ανασταλεί προσωρινά και να ακυρωθεί όλο το νομοθετικό πλαίσιο.
Αναδημοσίευση από alfavita.gr