Ο τομέας Δια Βίου Εκπαίδευσης και το ΚΔΒΜ της Employ, ως πιστοποιημένο Κέντρο Δια Βίου Μάθησης και αδειοδοτημένος πάροχος Δια Βίου Μάθησης από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων & Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.) του Υπουργείου Παιδείας (Α.Π.7459/2014), υλοποιεί το επιμορφωτικό πρόγραμμα «Εφαρμοσμένη Ανάλυση Συμπεριφοράς σε Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού» προκειμένου να ενημερώσει και να καταρτίσει τους συμμετέχοντες στο θεματικό πεδίο της Ειδικής Αγωγής .
Η αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς προαπαιτεί την ικανότητα προσδιορισμού της λειτουργίας που αυτά επιτελούν αλλά και γνώσεις στρατηγικών παρέμβασης ώστε ο παρεμβαίνων να διαλέξει αυτήν που είναι πιο εμφανής στη λειτουργία της συμπεριφοράς και ταυτόχρονα κοινωνικά και εκπαιδευτικά αποδεκτή. Η αδυναμία προσδιορισμού της λειτουργίας της συμπεριφοράς-πρόβλημα εμποδίζει την πρόσβαση στην παροχή εκπαίδευσης.
Η έρευνα (π.χ. Ayres, Meyer, Erevelles, & Park-Lee, 1994΄ Bromley & Emerson, 1995΄ Hall, Oliver & Murphy, 2001΄ Hastings & Remington, 1994b΄ Oliver, Hall, Hales, & Head, 1996΄ Ντίνας κ.α., 2010) καταδεικνύει έλλειμμα γνώσεων ιδιαίτερα στη σύνδεση της λειτουργίας με εμφανή παρέμβαση. Οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν παρεμβάσεις ανεξάρτητα από τη λειτουργία της συμπεριφοράς (Weigle, 1995’ 1997΄ Ntinas, 2009΄ Ntinas, κ.α., 2007). Όλα αυτά συμβαίνουν λόγω της έλλειψης πρόσβασης στην εξειδικευμένη επιμόρφωση που απαιτείται (Emerson, 1995΄ Kiernan, 1993΄ Weigle, 1997).
Η συμπεριφορά-πρόβλημα είναι η κύρια αιτία επαγγελματικής εξουθένωσης των εργαζομένων (Hastings, 2005) και της μη παρέμβασης η οποία μαστίζει το πεδίο της πράξης (Desrochers, Hile, & Williams-Moseley, 1997’ Lennox, Miltenberger, Spengler, & Erfanian, 1988’ Oliver, Murphy, & Corbett, 1987).
Οι περιορισμένες ικανότητες ανάλυσης της λειτουργίας της συμπεριφοράς πρόβλημα (Emerson & Emerson, 1987΄ Emerson & Kiernan, 1997΄ Kiernan, 1993΄ Morgan & Hastings, 1998΄ Weigle, 1995’ 1997΄ Spreat & Connelly, 1996) οδηγούν σε ένα χάσμα ανάμεσα στο τι δύναται και στο τι επιθυμεί να πράξει ο εργαζόμενος και συνεπακόλουθα στην απογοήτευση (Thomson, 1987). Επιπρόσθετα η αδυναμία αντιμετώπισης της πίεσης (Bersani & Heifetz, 1985) και των αρνητικών συναισθημάτων (Mossman, Hastings, & Brown, 2002΄ Hall & Oliver, 1992΄ Hastings, 1995). που η συμπεριφορά-πρόβλημα προκαλεί, όπως οργή φόβος άγχος ταραχή (Hastings, 1993), ματαίωση ενοχή αποστασιοποίηση (Fallon, 1983) οδηγεί στην αποφυγή παρέμβασης ώστε να διαφυλαχθεί η συναισθηματική ισορροπία.
Όμως με αυτή την τακτική της στρουθοκαμήλου αυξάνει ο κίνδυνος επαγγελματικής εξουθένωσης αφού τα προβλήματα συμπεριφοράς παραμένουν αμετάβλητα. Τα αρνητικά συναισθήματα είναι ισχυρότερα στους νεώτερους εργαζομένους που λόγω της απειρίας τους τείνουν να αντιδρούν στη συμπεριφορά-πρόβλημα με περιοριστικά μέσα αντί να παρεμβαίνουν εποικοδομητικά, ενισχύοντας δηλαδή μια ανταγωνιστική και κοινωνικο-εκπαιδευτικά θεμιτή συμπεριφορά που επιτελεί την ίδια λειτουργία με τη συμπεριφορά-πρόβλημα (Ntinas, 2009).
Από την άλλη μεριά η κατανόηση της λειτουργίας της συμπεριφοράς-πρόβλημα και η ανάπτυξη ικανοτήτων εφαρμογής κοινωνικο-εκπαιδευτικά έγκυρης και λειτουργικά εμφανούς παρέμβασης αυξάνει την αποτελεσματικότητα και την αυτοεκτίμηση των εργαζομένων (Ntinas, 2014).
Σκοπός του προγράμματος: Η ανάπτυξη της ικανότητας προσδιορισμού της λειτουργίας της συμπεριφοράς-πρόβλημα και της εφαρμογής κοινωνικοεκπαιδευτικά έγκυρης και λειτουργικά εμφανούς παρέμβασης.
Το πρόγραμμα απευθύνεται σε εργαζόμενους ή υποψήφιους εργαζόμενους του συστήματος παροχής ανθρωπίνων υπηρεσιών (π.χ. εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, ψυχολόγους, νοσηλευτές, ειδικό βοηθητικό προσωπικό, ειδικούς παιδαγωγούς, κοινωνικούς λειτουργούς), σε εκπαιδευτικούς διαφόρων βαθμίδων αλλά και σε γονείς.
Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε την αναλυτική ανακοίνωση.
Δηλώστε συμμετοχή εδώ.