Οι βασικοί στόχοι του Υπουργείου Παιδείας
Οι πρώτες δηλώσεις των Υπουργών Παιδείας, ενθουσίασαν τον εκπαιδευτικό κόσμο και με τους γενικούς στόχους, που δείχνουν ότι για πρώτη φορά σε αυτό το Υπουργείο έχουμε ανθρώπους της διανόησης, και με τα άμεσα μέτρα, που θα εφαρμοστούν από αυτή τη σχολική χρονιά. Άλλωστε οι περισσότερες από αυτές τις εξαγγελίες συνάδουν με τις εκπαιδευτικές αρχές και τους συνδικαλιστικούς στόχους, που προέτασσε το εκπαιδευτικό κίνημα. Εντούτοις παράλληλα με την κοινοβουλευτική δουλειά, οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας βαθμίδας, πρέπει να εμβαθύνουν και σε άλλα ζητήματα για την καλύτερη λειτουργία του σχολείου και να συμβάλουν στο δύσκολο έργο του Υπουργείου με τις προτάσεις τους.
Καταρχήν είναι απαραίτητη η πλήρωση των κενών θέσεων με τη νέα σχολική χρονιά και μάλιστα από την πρώτη μέρα, ώστε να μην υπάρξει ποτέ ξανά το φαινόμενο σχολείων χωρίς επαρκές δυναμικό, πρόβλημα που συχνά παρέμενε άλυτο μέχρι τα Χριστούγεννα. Φυσικά δεν πρέπει να αγνοηθεί και να υποτιμηθεί η αναβάθμιση της θέσης του εκπαιδευτικού με προγράμματα επιμόρφωσης, αλλά και με καθαρά οικονομικούς όρους, αν ακόμη πιστεύουμε στο παλιό μας σύνθημα το «δάσκαλος φτωχός, αμόρφωτος λαός». Γιατί ο οικονομικά ανεξάρτητος δάσκαλος μπορεί να φροντίσει για την πλατύτερη παιδεία του και το άνοιγμα των οριζόντων του με βιβλία, μουσική, θέατρο, ταξίδια. Έτσι πλουτίζοντας με γνώσεις ο ίδιος διευρύνει και πλουτίζει τη διδασκαλία του.
Αναγκαία είναι και η καταπράυνση της ανθρωπιστικής κρίσης, που έχει τον αντίκτυπό της φυσικά και στα μικρά παιδιά, με την παροχή ενός πλήρους πρωινού, σε όσα από αυτά το στερούνται.
Από τους άμεσους στον προγραμματισμό, αλλά με πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα στόχους είναι και η κατάργηση της παραπαιδείας, που θα ελαφρύνει την οικονομικά καταπιεσμένη ελληνική οικογένεια. Επομένως πρέπει να αντιμετωπιστεί η ελεύθερη πρόσβαση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, που είναι όμως απαραίτητο να συσχετιστεί με την αναβάθμισή του Πανεπιστημίου με περισσότερους διδάσκοντες, εργαστήρια, βιβλιοθήκες, υλικοτεχνική υποδομή γενικά, αλλιώς η εξαγγελία αυτή θα είναι «έπεα πτερόεντα». Παράλληλα βέβαια η δημιουργία ενός Πολυκλαδικού Λυκείου θα αναπτύσσει και άλλα ενδιαφέροντα και κλίσεις των παιδιών, που δεν θα έχουν μόνο προορισμό και διέξοδο το Πανεπιστήμιο. Και φυσικά πάνω από όλα είναι αναγκαία η σύνδεση όλων αυτών των μεταρρυθμίσεων με την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ώστε η έξοδος από το Πανεπιστήμιο ή και το σχολείο να αναλογεί σε θέσεις εργασίας.
Δεν πρέπει επίσης καθόλου να υποβιβαστεί η θέση του εκπαιδευτικού κινήματος για διδασκαλία όλων των μαθημάτων στο σχολείο. Αυτή η αρχή δεν θα επαναφέρει μόνο τις λεγόμενες «δευτερεύουσες» ειδικότητες στο σχολείο (ξένες γλώσσες, πληροφορική, καλλιτεχνικά μαθήματα), αλλά θα δημιουργήσει και άλλες θέσεις εργασίας. Και βέβαια θα απαλλάξει τους γονείς από τα επιπλέον έξοδα και θα προσφέρει στους μαθητές ελεύθερο και ποιοτικό χρόνο.
Όλα αυτά τα ζητήματα έχουν προβληθεί και από το συνδικαλιστικό κίνημα και είναι στόχοι και του Υπουργείου, ίσως όχι με την ίδια ιεράρχηση. Εκείνο που δεν προβάλλεται με την δέουσα επιμονή από την κυβέρνηση της Αριστεράς είναι ποια ιδεολογία θα διατρέχει την ραχοκοκαλιά του ελληνικού σχολείου, θέμα που αφορά και στην Παιδεία και στον Πολιτισμό.
Συγκεκριμένα η κυβέρνηση της Αριστεράς θα παρέχει στους μαθητές τα ίδια βιβλία που τους τροφοδοτούσαν οι συντηρητικές κυβερνήσεις; Θα ισχύουν τα ίδια αναλυτικά προγράμματα, όταν μάλιστα, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, ο κύριος φορέας αγωγής για τους νέους ανθρώπους είναι η τηλεόραση και όχι το ελληνικό σχολείο;
Σε μια πολύ ωραία ισπανική ταινία, στη «Γλώσσα της πεταλούδας» του Χοσέ Λουίς Κουέρδα ο πρωταγωνιστής δάσκαλος, πριν από τον Εμφύλιο Πόλεμο, έλεγε ότι «αρκεί να εκπαιδεύσουμε μία γενιά στη Δημοκρατία», για να απολαύσει η χώρα καρπούς ελευθερίας. Και η δική μας Αριστερά με πολλή προσοχή και μελέτη, αλλά ήδη από αύριο, για να έχει αποτελέσματα, όσο πιο σύντομα, πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα των βιβλίων, και των θεωρητικών μαθημάτων (Ιστορίας, Λογοτεχνίας, Αρχαίων Κειμένων, Φιλοσοφίας), που «περνούν» υποδορίως στους μικρούς αναγνώστες ιδέες και αξίες, αλλά και των θετικών επιστημών. Θυμόμαστε παλιότερη πολύ καλή ανάλυση του Υπουργού Παιδείας, δημοσιευμένη στην «Αυγή», για το πώς πρέπει να διδάσκονται τα μαθηματικά, επωφελώς για τον μαθητή. Πιστεύουμε ότι και άλλοι συνέβαλαν και θα συμβάλουν για την πιο γόνιμη διδασκαλία της Χημείας, για τη σύνδεση Φυσικής και πραγματικού κόσμου.
Και παράλληλα είναι αναγκαίο να μελετηθούν αναλυτικά προγράμματα που δεν θα απεμπολούν βασικές γνώσεις (γλώσσας, λογοτεχνίας, φυσικομαθηματικών), απαραίτητων βάσεων, για να προχωρήσει ο μαθητής στην εξειδίκευση, αλλά θα δίνουν χώρο και στον πολιτισμό και στις τεχνικές δεξιότητες. Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν πρέπει να υποτιμήσει τον τομέα της Ιδεολογίας, γιατί το ποια Παιδεία, ποιας ποιότητας δηλαδή και παράλληλα ποια Τέχνη θα προσφέρεται στο λαό, αρχίζοντας από τη διδασκαλία των νέων, καθορίζει και το είδος του πολίτη που θα δημιουργηθεί και θα στηριχθεί σε αυτόν η κοινωνία του αύριο.
Αθανασιάδου Μυρσίνη, εκπαιδευτικός.
alfavita.gr